Η αγορά της ψηφιακής ασφάλειας έχει αυξηθεί το τελευταίο διάστημα, τόσο στο καταναλωτικό κομμάτι, όσο και στο επαγγελματικό. Από τη μία, η ευρεία χρήση του cloud και των φορητών συσκευών και από την άλλη η αύξηση του ransomware, κάνουν ιδιώτες και επιχειρήσεις να αναζητούν την βέλτιστη λύση για να προστατέψουν ό,τι πολυτιμότερο έχουν: τα δεδομένα τους.
Η Symantec είναι μια από τις πιο γνωστές εταιρείες στο χώρο με ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα brands που δεν είναι άλλο από το όνομα Norton. Τον τελευταίο καιρό, η εταιρεία με διάφορες κινήσεις προσπαθεί να κερδίσει μεγαλύτερο κομμάτι του πολύ ανταγωνιστικού χώρου της ψηφιακής ασφάλειας και βεβαίως να αυξήσει τα κέρδη της.
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η μετάβαση στο συνδρομητικό μοντέλο στην αγορά του consumer, θα αυξήσει τα κέρδη της εταιρείας σε ένα ποσοστό της τάξης του 12 με 14% μεταξύ 2019 και 2020. Έτσι, κι αλλιώς η εταιρεία τα πάει πολύ καλά φέτος με τη μετοχή της να αυξάνεται κατά 40%.
Παρόλα αυτά, στα πλάνα της εταιρείας είναι η μείωση των λειτουργικών της εξόδων κατά 550 εκατομμύρια δολάρια μέχρι το οικονομικό έτος 2018, ελαττώνοντας το προσωπικό της κατά 10%.
Μια άλλη πολύ σημαντική κίνηση της Symantec ήταν η εξαγορά (κάτι που η εταιρεία γνωρίζει πολύ καλά) της Blue Coat Systems, μιας εταιρείας με εξειδίκευση στην προστασία επιθέσεων σε επίπεδο web και cloud με πάνω από 370.000 επιχειρήσεις πελάτες.
Έτσι, η προϊοντική γκάμα της Symantec διακρίνεται πλέον σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες: Προστασία από απειλές, προστασία δεδομένων, υπηρεσίες κυβερνοασφάλειας και προστασία website.
Κλείνοντας, είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με την Gartner, φέτος, η «πίτα» της ψηφιακής ασφάλειας θα έχει αξία 92 δισεκατομμυρίων δολαρίων, έναντι 84 το 2015. Είναι λογικό λοιπόν, οι εταιρείες του κλάδου να προσπαθούν να κερδίσουν όσο μεγαλύτερο κομμάτι μπορούν.